Το να είσαι γονέας εφήβου δεν είναι εύκολο. Πρόκειται για μια μεγάλη, ωραία πρόκληση που εδράζεται σε ένα (συνήθως) μεγάλο χάσμα γενεών, απόψεων και κοσμοθεωρίας.
Ας δούμε κάποιους τρόπους να γεφυρώσουμε την απόσταση, να έρθουμε πιο κοντά στο παιδί μας και να βελτιώσουμε την επικοινωνία μεταξύ μας.
#1 Εμφάνιση:
Αποφύγετε τις παρεμβάσεις στην εμφάνιση του παιδιού σας, στον τρόπο που ντύνεται ή ακόμη και στον τρόπο που θέλει να διακοσμήσει το δωμάτιό του, φοβούμενοι τυχόν αρνητικά σχόλια του περίγυρου. Ο έφηβος έχει ανάγκη να αποφασίζει μόνος του για την εμφάνιση, το σώμα του και ό, τι περικλύει τον προσωπικό του χώρο, καθώς μέσα από τις επιλογές του κάνει μία δήλωση: δήλωση ταυτότητας. Δεν τον ενδιαφέρει η αντίθετη γνώμη των ενηλίκων σε αυτόν τον τομέα, αντίθετα, αποζητά τη γνώμη των φίλων του και θέλει να μοιάζει με εκείνους, καθώς έτσι έχει την αίσθηση του «ανήκειν», η οποία είναι ιδιαίτερα βασική για τον ψυχισμό του.
#2 Αγένεια:
Σε πολλές περιπτώσεις, οι γονείς παραπονιούνται ότι τα παιδιά τους είναι αγενή, με αποτέλεσμα να τα επιπλήττουν κάθε φορά που έχουν αγενή στάση. Χαρακτηριστική είναι η οικογενειακή σκηνή όπου ο έφηβος (γιος ή κόρη) φωνάζει και αντιμιλάει στη μαμά ή στον μπαμπά και ο γονέας αντιδρά αυτόματα λέγοντας με ακόμη πιο δυνατή φωνή: «Μη μου βγάζεις γλώσσα εμένα».
Θα ήθελα να σκεφτείτε τη σκηνή και να κάνετε ένα μικρό απολογισμό. Στο σημείο αυτό θα έλεγε κανείς: «Χρειάζονται όρια και είναι αδύνατον να επιστρέπουμε την αγένεια!» Και, πράγματι, δεν είναι δυνατό να επιτρέπει κανείς μία ιδιαίτερα αγενή στάση. Ωστόσο, πριν ο γονέας φτάσει σε αυτό το σημείο, θα ήταν ωφέλιμο να αναρωτηθεί: «ΓΙΑΤΙ το παιδί μου είναι αγενές;». Σίγουρα, υπάρχουν πολλοί λόγοι και αξίζει να τους αναζητήσουμε. Αξίζει, όμως, να αναφερθεί πως οι πιο συνηθισμένες αιτίες της αγένειας είναι η παρόρμηση, η ένταση, η απογοήτευση, το αίσθημα δυστυχίας, ο θυμός και η ίδια η συμπεριφορά των γονέων, η οποία μπορεί να πυροδοτεί εκρήξεις από την πλευρά του εφήβου.
#3 Αναγνώριση προσωπικών αναγκών:
Οι γονείς καλούνται να επιδείξουν ωριμότητα και να αφήσουν το παιδί τους να αυτονομηθεί. Για να γίνει αυτό, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να εντοπίσουν τη δική τους ανάγκη για προσκόλληση στο παιδί τους κι έπειτα να προβούν στο δύσκολο έργο της διαχείρισης και του ελέγχου αυτής της ανάγκης. Σε αντίθετη περίπτωση, είναι πιθανό ο έφηβος να αναστείλει την επιθυμία του για ανεξαρτητοποίηση, με αποτέλεσμα να παραμείνει προσκολλημένος προκειμένου να μην απογοητεύσει ή προκαλέσει κακό στους γονείς του.
#4 Σύμπνοια:
Είναι καλό να υπάρχει σύμπνοια στο ζευγάρι σχετικά με τις αποφάσεις που λαμβάνονται μέσα στην οικογένεια. Στην αντίθετη περίπτωση, κατά την οποία οι γονείς διαφωνούν σε καίρια ζητήματα, το παιδί εισπράττει διπλά μηνύματα. Ως αποτέλεσμα, δημιουργείται σύγκρουση και ο έφηβος είναι αναγκασμένος να βιώνει ότι μονίμως είναι ανεπαρκής, αφού ό, τι και να κάνει θα αφήσει δυσαρεστημένο τον έναν από τους δύο γονείς. Παράλληλα, δεν του δίνεται η δυνατότητα να βιώσει τον κόσμο ως σταθερό και ασφαλή, μιας και αναγκάζεται να «παλαντάρει» μεταξύ εξωτερικών αντιφατικών στάσεων (τις οποίες ούτως ή άλλως βιώνει σε ενδοψυχικό επίπεδο).
#5 Ενημέρωση:
Σε περίπτωση που η οικογένεια βιώνει μία δύσκολη περίοδο, είναι σημαντικό να ενημερώνουν οι γονείς το παιδί και να λαμβάνουν υπόψη τη γνώμη του. Σε αντίθετη περίπτωση, ο έφηβος αισθάνεται ότι τον κοροϊδεύουν και θυμώνει ακόμη πιο πολύ με τους γονείς του. Ωστόσο, στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι το «γίνομαι γνώστης του προβλήματος και εκφέρω τη γνώμη μου» δεν σημαίνει «επωμίζομαι τα προβλήματα των γονιών μου και ψάχνω αγωνιωδώς να βρω λύση για αυτά». Τον έφηβο δεν τον αφορούν τυχόν συζυγικές διαμάχες, για αυτό και δεν είναι ο ρόλος του να γνωρίζει ή να συμμετέχει σε αυτές. Αντίθετα, τον ενδιαφέρει να γνωρίζει μία ενδεχόμενη οικογενειακή κρίση και ενισχύεται η αυτοεκτίμησή του όταν τον ρωτούν την άποψή του.