Η ανάγκη του «ανήκειν» είναι έμφυτη. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μπορεί να ζήσει μόνος του. Για αυτό και πάντοτε, από τη στιγμή της σύλληψης αναζητούμε κάποιον να μας εμπεριέξει: τη μήτρα, τη μάνα, το σχολείο, το έτερον ήμισυ κ.ο.κ. Ωστόσο, η ανάγκη αυτή φαίνεται ότι βρίσκεται σε έξαρση κατά την εφηβική, κυρίως, περίοδο, όπου η σχέση με τους συμμαθητές και τους φίλους γίνεται το επίκεντρο της καθημερινότητας.
Σε αυτό, βέβαια, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η αποεξιδανίκευση των γονέων, το γεγονός, δηλαδή, ότι οι έφηβοι διανύουν μια φάση κατά την οποία παύουν να θεωρούν τους γονείς εξιδανικευμένα πρότυπα -όπως έκαναν μέχρι πρότινος- και αρχίζουν να επενδύουν συναισθηματκά στους φίλους, αλλά και σε ποικίλα πρότυπα, όπως τα μουσικά συγκροτήματα, οι ομάδες, οι δημοφιλείς αστέρες κ.α.
Αποτέλεσμα είναι να αναζητούν οι έφηβοι την αποδοχή από τους άλλους με κάθε ευκαιρία: όπως μέσα από την εμφάνισή τους αλλά και μέσα από τη συμμετοχή τους σε διαδικτυακές συναλλαγές, όπως αυτές λαμβάνουν χώρα μέσα τα chat rooms, το facebook και άλλα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Όσο μεγαλύτερη ανασφάλεια αισθάνεται ένας έφηβος σε σχέση με την εικόνα του αλλά και με το πώς τον βλέπουν οι άλλοι, τόσο μεγαλύτερη ανάγκη έχει να λαμβάνει την αποδοχή από τον εικονικό κόσμο του ίντερνετ. Ως αποτέλεσμα συχνά επιδιώκει να δημιουργεί συνθήκες που θα ευνοήσουν την αποδοχή του από τους άλλους, π.χ. δημοσιεύει φωτογραφίες, προσωπικά δεδομένα και, γενικότερα, αυξάνει τη δραστηριότητά του στο ίντερνετ, ώστε να αυξήσει παράλληλα, τις πιθανότητες να λάβει θετικά σχόλια για ό, τι γράφει ή «ανεβάζει» στο διαδίκτυο.
Σε αυτό το σημείο, βέβαια, δε θα πρέπει να παραβλεφθεί η δύναμη της μίμησης των γονέων. Υπό αυτή την έννοια, εάν η δραστηριότητα των γονέων περιλαμβάνει έντονη ενασχόληση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με ό, τι αυτό συνεπάγεται, τότε είναι πολύ πιθανό ότι το παιδί θα μιμηθεί το πρότυπο των διαδικτυακών συμπεριφορών που οι γονείς έχουν εδραιώσει.
Για το λόγο αυτό, συνιστούμε, προσοχή στη χρήση του ίντερνετ και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Παράλληλα, κρίνεται σκόπιμο να δημιουργούν οι γονείς συνθήκες που θα μπορούσαν να καταστήσουν το παιδί σε θέση αποδοχής στον πραγματικό κόσμο. Να ενθαρρύνουν π.χ. τη συμμετοχή του σε εξωσχολικές δραστηριότητες, να παροτρύνουν την επαφή με τις παρέες, να καλούν φίλους των παιδιών στο σπίτι όποτε αυτό είναι ευφικτό. Βοηθητικό είναι, επίσης, να επιδιώκεται η ενίσχυση της αυτοεκτίμησης του παιδιού, ώστε να αισθανθεί τη μέγιστη αποδοχή, δηλαδή την αποδοχή της οικογένειάς του. Γα να γίνει αυτό, σημαντική, μεταξύ άλλων, είναι η ανάθεση ευθυνών και στόχων που θα μπορούσαν να εκπληρωθούν. Μέσα από την εκπλήρωσή τους το παιδί θα αισθανθεί ικανό και θα ενισχυθεί η αίσθηση αυταξίας του.
Αναρτήθηκε στο: